Στο δρόμο της επιστροφής, όλο και πιο συχνά συναντούσα, ξεχασμένους θησαυρούς. Ήταν φαίνεται αόρατοι για τους περαστικούς καθώς βάδιζαν βιαστικά στο μέλλον τους.
"Τι είναι οι αιώνες μπροστά στη στιγμή που δύο όντα αισθάνονται αλλήλους και πλησιάζουν το ένα το άλλο;"
Ανάμεσα σε χώμα και σκόνη τα μάζευα με προσοχή και τα καθάριζα με τα δάχτυλα μου, σαν τελετή.
"Μιά φορά το είδα το μοναδικό που γύρευε η ψυχή μου, και την τελειότητα που την τοποθετούμε πέρα από τ΄άστρα, που την αναβάλλουμε ως το τέλος του χρόνου, την αισθανόμουνα παρούσα."
Ποιός γράφει τέτοια λόγια κι αντέχει τον κόσμο, σκέφτηκα. Ή ίσως τον αντέχει επειδή μπορεί και γράφει τέτοια λόγια. Συνέχισα το ταξίδι μου.
"... με κοιτάζει με μιά χαρούμενη άπειρη έκπληξη, σαν να κοιτούσε τούτη τη στιγμή πρώτη φορά τον κόσμο."
Στάθηκα και κοίταξα τον κόσμο. Πάντα για πρώτη φορά είπα κι έκανα να το νιώσω.
"κανένας κόπος των ανθρώπων δεν είναι μάταιος"
Άκουγα με πίστη. Κανένας κόπος... Ένα ρυάκι που κυλούσε δίπλα στο δρόμο μου έμοιαζε να συμφωνεί.
"... η αρμονία των πνευμάτων θα είναι η αρχή μιας καινούργιας ιστορίας του κόσμου."
Ήτανε φανερό πως έβλεπε μακριά, πέρα από τη εποχή μας. Μιλούσε για το μέλλον. Ή μήπως όχι;
"... είσαι εδώ, έχεις ανατείλει σαν ένα αστέρι. Έσπασες το κέλυφος και στέκεσαι εδώ σαν την άνοιξη."
Σώπασα και μέσα μου. Δεν υπήρχε κάτι πια να πω ή να σκεφτώ.
"Για σένα ως τώρα ο κόσμος δεν άξιζε να του αποκαλύψεις τον εαυτό σου."
Το πήρα ως προτροπή. Μάζεψα τις δυνάμεις μου και συνέχισα.
"Είναι ωραίο που δυσκολεύεται ο άνθρωπος να πεισθεί για το θάνατο εκείνου που αγαπάει και κανείς δεν θα έχει πάει στον τάφο φίλου χωρίς την κρυφή ελπίδα να συναντήσει πράγματι εκεί το φίλο."
Και τώρα τι;
"Εδώ μαθαίνεις να σιωπάς για τη δική σου μοίρα, είτε καλή είτε κακή."
,
Τα αποσπάσματα είναι από τον
Υπερίωνα του Φρήντριχ Χαίλντερλιν.
Ο πίνακας του Joan Miro